-
1 pour
για -
2 pro
για -
3 for
για -
4 aby
για -
5 ażeby
για -
6 dla
για -
7 контейнерный
για εμπορευματοκιβώτια, των εμπορευματοκιβωτίων, των κοντέι-νερ (ξεν.)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > контейнерный
-
8 передельный
για/προς επεξεργασία.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > передельный
-
9 посудомоечный
για πλύσιμο πιατικώνРусско-греческий словарь научных и технических терминов > посудомоечный
-
10 Я, я
[για] εικοστό ένατο γράμμα του ρωσικού αλφαβήτου -
11 я
[για] αντ. εγώ -
12 Я, я
[για] εικοστό ένατο γράμμα του ρωσικού αλφαβήτου -
13 я
[για] αντ εγώ -
14 akşamlık
για ένα βράδυ -
15 elbiselik
(για ρούχα) ύφασμα -
16 elveda
(για πάντα) αντίο, έχε γεια -
17 için
για, διά, επειδή, διότι -
18 iyicene
για τα καλά -
19 tipleme
(για χιονοθύελλα) αγρίεμα -
20 vallah
για το θεό, μα το θεό
См. также в других словарях:
για — (I) (πρόθ., σύνδ.). Ι. (ως πρόθ. και με έκθλιψη γι ) εκφράζει: 1. αναγκαστικό αίτιο(«τσακώνονται για το παραμικρό») 2. τελικό αίτιο, σκοπό («τόν σκότωσε για την τιμή της») 3. κίνηση σε τόπο («φεύγω για το σπίτι») 4. ικανότητα, αρμοδιότητα,… … Dictionary of Greek
για — 1. πρόθεση που σημαίνει α. αιτία και σκοπό: Καταδικάστηκε για τη δολοφονία της γυναίκας του. β. κατεύθυνση: Μπήκε στο αεροπλάνο για το Παρίσι. γ. καταλληλότητα: Αλοιφή για εγκαύματα. δ. αξία, τίμημα: Αναγκάστηκε να το πουλήσει για ένα κομμάτι… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Συνθήκη για το Εξώτερο Διάστημα — Ο πλήρης τίτλος της είναι Συνθήκη για τις Αρχές που διέπουν τις Δραστηριότητες Κρατών στην Εξερεύνηση και Χρήση του Εξώτερου Διαστήματος, της Σελήνης και Άλλων Ουρανίων Σωμάτων. Πρόκειται για διεθνή συνθήκη που εγκρίθηκε από την 21η σύνοδο της… … Dictionary of Greek
Ευρωπαϊκή Κοινότητα για την Ατομική Ενέργεια — (Ευρατόμ). Βλ. λ. Ευρωπαϊκή Ένωση (Ιστορία) … Dictionary of Greek
ραβδούχος — Για τους αρχαίους Έλληνες ρ. ήταν αυτός που κρατούσε τη ράβδο ως ένδειξη αξιώματος, δηλαδή ως κριτής ή ένας από τους πέντε, που επέβλεπαν την τήρηση της τάξης στο θέατρο καθώς και στους αγώνες. Οι «αλύται» της Ολυμπίας ονομάζονταν ρ. (Θουκ. 5,… … Dictionary of Greek
ουρανός — Για τον γήινο παρατηρητή, είναι ο ημισφαιρικός θόλος που φαινομενικά ορίζει το διάστημα και στον οποίο προβάλλονται κατά τη νύχτα οι ορατοί αστέρες. Ο. αποκαλείται και ό,τιδήποτε έχει το σχήμα του ουράνιου θόλου, όπως οροφή ή στέγη σε σχήμα θόλου … Dictionary of Greek
χώρος — Για τη στοιχειώδη γεωμετρία, χ. είναι μια αυτονόητη έννοια και αποτελείται από το περιβάλλον μέσα στο οποίο είναι δυνατόν να τοποθετηθούν νοερά τα άλλα, επίσης αυτονόητα, γεωμετρικά στοιχεία: σημεία, ευθείες, επίπεδα. Τα σύγχρονα όμως μαθηματικά… … Dictionary of Greek
σωματογραφία — Για να απεικονίσουμε ανθρωπολογικό υλικό έχουμε, εκτός τη φωτογραφία και τη γεωμετρική σχεδίαση, και τη σ. Τη σ. χρησιμοποιούμε για να κάνουμε διαγράμματα του κρανίου, μπορούμε όμως και να τη χρησιμοποιήσουμε και για άλλα οστά (οστεογραφία) και… … Dictionary of Greek
συντεταγμένες γεωγραφικές — Για τον ακριβή προσδιορισμό οποιουδήποτε σημείου πάνω στη Γη, καταφεύγουμε σ’ ένα ιδιαίτερο σύστημα συντεταγμένων, οι οποίες συνίστανται από το πλάτος και το μήκος και έχουν ως βασική αναφορά τον Ισημερινό και τον πρωτεύοντα ή αρχικό μεσημβρινό.… … Dictionary of Greek
ακριβοποτίζω — (για φυτά και μτφ. για τα παιδιά) ποτίζω με πολλή στοργή και αγάπη, ακριβανατρέφω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ακριβο * + ποτίζω] … Dictionary of Greek
αναγραίνω — (για μαλλί ή βαμβάκι) ξαίνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + γραίνω «ανοίγω με τα δάχτυλα το πυκνό μπλεγμένο μαλλί για να γίνει ευκολότερο το ξάσμα»] … Dictionary of Greek